Βρέθηκαν σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, 4540 καταγραφές για 33 είδη καρχαρία, 29 είδη βάτων και σαλαχιών και μία χίμαιρα, αποδεικνύοντας τον πλούτο των ελληνικών θαλασσών για τα συγκεκριμένα είδη τις τελευταίες 9 δεκαετίες
Γέμισαν με καρχαρίες και σαλάχια οι ελληνικές θάλασσες. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τις καταγραφές που έχει συγκεντρώσει τα τελευταία 90 χρόνια η περιβαλλοντική οργάνωση iSea.
Πιο συγκεκριμένα βρέθηκαν σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, 4540 καταγραφές για 33 είδη καρχαρία, 29 είδη βάτων και σαλαχιών και μία χίμαιρα, αποδεικνύοντας τον πλούτο των ελληνικών θαλασσών για τα συγκεκριμένα είδη τις τελευταίες 9 δεκαετίες.
Περισσότερα στοιχεία για τη μελέτη θα παρουσιαστούν στο Συνέδριο της Πανευρωπαϊκής Ένωσης για τους Καρχαρίες και τα Σαλάχια (ΕΕΑ 2024), που θα γίνει στη Θεσσαλονίκη, από τις 21 έως τις 24 Οκτωβρίου υπό την αιγίδα της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και του δήμου Θεσσαλονίκης.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη διοργάνωση για τους καρχαρίες και τα σαλάχια, που αποτελεί ορόσημο για όσους μελετούν κι εργάζονται για την προστασία των μοναδικών αυτών ειδών.
Η περιβαλλοντολόγος και υπεύθυνη προγραμμάτων της iSea, Ρωξάνη Ναασάν Αγά – Σπυριδοπούλου, δημιούργησε και χάρτη, τον οποίο θα παρουσιάσει στο συνέδριο, με όλες τις καταγραφές που έγιναν τα τελευταία 90 χρόνια, με αποτέλεσμα, όπως λέει η ίδια, να μην μπορεί να βρει ένα σημείο σε θαλάσσια περιοχή, όπου να μην έχουν παρουσία οι καρχαρίες και τα σαλάχια!
Στο πλαίσιο του Συνεδρίου, η περιβαλλοντολόγος θα παρουσιάσει τα αποτελέσματα της βιβλιογραφικής έρευνας για την παρουσία και κατανομή των χονδριχθύων (βατοειδή, όπου ανήκουν τα σαλάχια, καρχαρίες, χίμαιρες) που πραγματοποίησε, βασιζόμενη – μεταξύ άλλων – σε πτυχιακές εργασίες, κοινωνικά δίκτυα και ΜΜΕ, βάσεις δεδομένων βιοποικιλότητας, Επιστήμη των Πολιτών, επίσημες κυβερνητικές εκθέσεις και ερευνητικά έργα.
«Στόχος της μελέτης, που βασίστηκε σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, ήταν να αποτελέσει τη βάση έτσι ώστε να στηθούν καινούργια ερευνητικά προγράμματα, να έχουμε καλύτερη εικόνα για την κατανομή των συγκεκριμένων ειδών και με βάση ενός χάρτη καταγραφών, να επικεντρώσουμε τις έρευνες σε συγκριμένα σημεία», ανέφερε στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κ. Σπυριδοπούλου, τονίζοντας ότι θα αποτελέσει και «μπούσουλα» για επόμενες μελέτες.
Χαρακτηριστικό της μελέτης είναι το γεγονός ότι από το σύνολο των καταγραφών, σχεδόν το 55% δεν είναι δημοσιευμένες σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό, ενώ το 20% προέρχεται από την Επιστήμη των Πολιτών.
«Παράλληλα, στις 9 δεκαετίες που εξετάστηκαν, μόνο από το 2010 έως το 2023 συναντήσαμε περισσότερες από 2500 καταγραφές, κάτι που δείχνει πόσο τα τελευταία χρόνια έχουμε αυξήσει τη γνώση μας γι’ αυτά τα είδη, που είναι τόσο σημαντικά ως κορυφαίοι θηρευτές», τονίζει η ερευνήτρια.